κάντε κλικ εδώ
Τα δικαιώµατα των ατόµων µε ψυχιατρική εµπειρία στην εποχή του Μνηµονίου
«Μετεβλήθη εντός µου και ο ρυθµόςτου κόσµου» Γ. Βιζυηνός, Στίχοι του Φρενοκοµείου Μπορούµε να συζητάµε για «θέµατα πολυτελείας» τον καιρό του Μνηµονίου; Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώµατα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) απάντησε καταφατικά, εστιάζοντας στο θέµα της ψυχικής υγείας. Σε εποχή ασφυκτικής περικοπής πόρων, η ψυχική οδύνη του πάσχοντος εντείνεται, ενώ αυξάνεται το έλλειµµα κοινωνικής ανοχής και συνοχής. Οταν περισσεύει ακόµα και ο «υγιής», ο πάσχων καταδικάζεται σε πιο βάρβαρη απόρριψη. Η απόφαση της Επιτροπής αποτελεί νεύµα για ένα όριο, µια «ίσαλο γραµµή» στα δικαιώµατα των ευάλωτων οµάδων.
Οι ψυχικά πάσχοντες ήταν πάντοτε αντικείµενα διπλού ελέγχου από την Ψυχιατρική και το Δίκαιο, υπό τον µανδύα της προστασίας. Η Ψυχιατρική αναλάµβανε τον έλεγχο όσων εκδηλώνουν συµπτώµατα κοινωνικής αταξίας και οι νόµοι προέκριναν τη «φύλαξη» έναντι της θεραπευτικής λειτουργίας. Το 1992, επιτέλους, τέθηκαν οι βάσεις µιας τοµεοποιηµένης φροντίδας ψυχικής υγείας σε εξωνοσοκοµειακές δοµές. Ο πάσχων κατέστη φορέας δικαιωµάτων µε εγγυήσεις για τις διαδικασίες ακούσιας νοσηλείας. Ολα αυτά όµως προϋποθέτουν ένα πλαίσιο υπηρεσιών που δεν υφίστανται.
Επί χάρτου εγκαταλείπεται η απόλυτη εξουσία του ψυχιάτρου, στην πράξη βιώνουµε µια προβληµατική εικονική και γραφειοκρατική προστασία. Πολλές διατάξεις µένουν ανενεργές από έλλειψη πολιτικής βούλησης, πανίσχυρες επαγγελµατικές συντεχνίες και φαρµακοβιοµηχανίες, αβελτηρία διοίκησης και δικαστικών λειτουργών. Τα ελλείµµατα της πρωτοβάθµιας φροντίδας τροφοδοτούν την παραγωγή του «επείγοντος», η νοσοκοµειακή φροντίδα γίνεται µονόδροµος και ο πάσχων σφραγίζεται από υποτροπές και επανεισαγωγές στα ψυχιατρεία.
Το πρώτο ζήτηµα αιχµής από την απόφαση της ΕΕΔΑ είναι η φύλαξη του ποινικά ακαταλόγιστου που απαλλάχθηκε από την ποινή ή τη δίωξη και κρίθηκε επικίνδυνος για τη δηµόσια ασφάλεια.
Υποτιθέµενος σκοπός του εγκλεισµού δεν είναι ο κολασµός αλλά η θεραπεία του και η προφύλαξη της κοινωνίας. Ωστόσο, ο εγκλεισµός µε αποκλειστικό κριτήριο την επικινδυνότητα και όχι την κατάσταση της υγείας του εγκλείστου αποτελεί συγκεκαλυµµένη ποινή. Η φύλαξη πρέπει να διέπεται από θεραπευτικές αρχές και όχι αποκλειστικά από τη «δηµόσια ασφάλεια», έναν ιδιαίτερα ασαφή όρο.
Κύρια προϋπόθεση έναρξης και συνέχισής της οφείλει να είναι η ύπαρξη συγκεκριµένης ασθένειας που επιφέρει επικινδυνότητα. Προτείνεται επίσης θέσπιση ανώτατου ορίου φύλαξης και θεραπείας των ακαταλόγιστων προσώπων µε δυνατότητα επέκτασης αυτού του ορίου, βάσει σχετικής δικαστικής απόφασης, η οποία θα υπόκειται σε δευτεροβάθµιο δικαστικό έλεγχο. Η πραγµατικότητα είναι αµείλικτη: στην Ελλάδα το ποσοστό ακούσιων νοσηλειών κυµαίνεται ανάµεσα σε 55%-65%, ενώ σε καµιά χώρα της Ε.Ε. δεν ξεπερνά το 7%-8%. Το κλείσιµο των περισσότερων ψυχιατρείων άσκησε µεγάλες πιέσεις προς τα γενικά νοσοκοµεία, αλλοιώνοντας τον ρόλο τους: αντί για συστήµατα ανοιχτών θυρών µε υποστηρικτικές ψυχοθεραπείες, αναγκάζονται να λειτουργήσουν ως κλειστά συστήµατα, µε µέτρα ασφαλείας για την αποφυγή απόδρασης (!) των πασχόντων. Στην πράξη, η δυνάµει επικινδυνότητα του πάσχοντος παραµένει ανακλαστικό του εισαγγελέα, δικαστή και ψυχιάτρου. Τα προβλήµατα µε τους ακούσιους εγκλεισµούς εκτείνονται σε όλες τις φάσεις: ιατρική γνωµάτευση, µεταφορά του πάσχοντος (97% µε περιπολικό ή κλούβα), δικαστικός έλεγχος, παράσταση του ασθενούς στη δίκη, παραµονή στο ψυχιατρείο και δικαστική απόφαση. Μεγάλες είναι και οι ανάγκες εκπαίδευσης νοσηλευτών και αστυνοµικών, που καλούνται να έλθουν σε επαφή µε ψυχικά πάσχοντες σε κρίση.
Ο σεβασµός των δικαιωµάτων κάµπτεται και στις συνθήκες νοσηλείας: υπερπληθυσµός, κατάχρηση καθηλώσεων και αποµόνωσης, υπερβολική χορήγηση κατασταλτικών φαρµάκων, µη τήρηση εµπεριστατωµένων ιατρικών φακέλων. Στις µεθόδους αυτές υποβάλλονται και άλλοι ασθενείς µε απλά συµπτώµατα αποπροσανατολισµού ή υπερκινητικότητας, µε την επίκληση της έλλειψης προσωπικού.
Ο σεβασµός των δικαιωµάτων κάµπτεται και στις συνθήκες νοσηλείας: υπερπληθυσµός, κατάχρηση καθηλώσεων και αποµόνωσης, υπερβολική χορήγηση κατασταλτικών φαρµάκων, µη τήρηση εµπεριστατωµένων ιατρικών φακέλων. Στις µεθόδους αυτές υποβάλλονται και άλλοι ασθενείς µε απλά συµπτώµατα αποπροσανατολισµού ή υπερκινητικότητας, µε την επίκληση της έλλειψης προσωπικού.
Η προσωπική εµπειρία του γράφοντος από επίσκεψη στο ψυχιατρείο αποκάλυψε εικόνες εκτός κάθε περιγραφής. Είναι λοιπόν παράδοξη η µέχρι τώρα απόρριψη από το υπουργείο Δικαιοσύνης του αιτήµατος της αρµόδιας Ειδικής Επιτροπής Προστασίας Δικαιωµάτων Ατόµων µε Ψυχικές Διαταραχές να επισκεφθεί και να ελέγξει το Ψυχιατρείο Κρατουµένων Κορυδαλλού. Η απρόσκοπτη άσκηση του θεσµικού ρόλου της δεν νοείται χωρίς τακτικές και απροειδοποίητες επισκέψεις.
Αρκετά από τα προτεινόµενα µέτρα έχουν µηδενικό ή ελάχιστο κόστος και µας επαναφέρουν στο αρχικό ερώτηµα. Φυσικά και συζητάµε για «θέµατα πολυτελείας» τον καιρό του Μνηµονίου, ιδίως όταν οι δηµοσιονοµικοί περιορισµοί αποτελούσαν δικαιολογία ακόµα και πριν από το Μνηµόνιο.
Αρκετά από τα προτεινόµενα µέτρα έχουν µηδενικό ή ελάχιστο κόστος και µας επαναφέρουν στο αρχικό ερώτηµα. Φυσικά και συζητάµε για «θέµατα πολυτελείας» τον καιρό του Μνηµονίου, ιδίως όταν οι δηµοσιονοµικοί περιορισµοί αποτελούσαν δικαιολογία ακόµα και πριν από το Μνηµόνιο.
Σε εποχή ασφυκτικής περικοπής πόρων, η ψυχική οδύνη του πάσχοντος εντείνεται, ενώ αυξάνεται το έλλειµµα κοινωνικής ανοχής και συνοχής
Ο Κωστής Παπαϊωάννου είναι πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώµατα του Ανθρώπου http://www.antiphono.wordpress.com/